Τελευταία νέα
ΑρχικήΣτήλεςΆρθραΑπόψειςΠροσκυνηματικός Τουρισμός και προσκυνητές – επισκέπτες στην Ελλάδα

ΑπόψειςΠροσκυνηματικός Τουρισμός και προσκυνητές – επισκέπτες στην Ελλάδα

Απόψεις
Προσκυνηματικός Τουρισμός και προσκυνητές – επισκέπτες στην Ελλάδα
του Βλάση Βλασίδη

Μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. ο τουρισμός όπως τον εννοούμε σήμερα ήταν έννοια ανύπαρκτη. Οι ελάχιστοι περιηγητές ανά τον κόσμο δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την άποψη ότι ο τουρισμός ως έννοια ίσχυε μέχρι τότε. Έπρεπε να δημιουργηθεί ο θεσμός των διακοπών από την εργασία επί πληρωμή για να αρχίσει ο κόσμος να φεύγει από τον τόπο κατοικίας του για μικρό ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Ο θεσμός αυτός απέκτησε χαρακτηριστικά μαζικότητας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η οικονομική ανάπτυξη έδωσε την ευκαιρία σε εκατομμύρια άτομα να ταξιδέψουν και να γνωρίζουν άλλους τόπους, ανθρώπους και πολιτισμούς.

Όμως η οικονομική ανάπτυξη έκανε εφικτή και την προσέγγιση της τέχνης από το ευρύ κοινό, τόσο στις παραδοσιακές εκφράσεις (γλυπτική, ζωγραφική, θέατρο), όσο και από τις καινοφανείς (αρχιτεκτονική, κινηματογράφος, τηλεόραση, μουσική.
Λογικό ήταν, αλλά όχι αναμενόμενο, κάποτε η οικονομία, ο πολιτισμός, ο τουρισμός και η βιομηχανία να συναντηθούν. Τη σύμπλευση αυτή είδαν πρώτοι οι Adorno και Horkheimer και την οποία ερμήνευσαν ως «πολιτιστική βιομηχανία». Ο νέος όρος είχε στόχο να σοκάρει και να κινητοποιήσει την κοινωνία.

Οι πολιτιστικές βιομηχανίες είναι εκείνες οι δραστηριότητες που ασχολούνται κυρίως με τα πολιτιστικά αγαθά, αυτά των οποίων η αξία προέρχεται από την πολιτιστική κληρονομιά. Όλοι οι λαοί έχουν πολιτιστική κληρονομιά, από τη στιγμή, που έχουν παρελθόν. Όμως για να μεταβληθεί αυτή η κληρονομιά σε πολιτιστική βιομηχανία θα πρέπει να υπάρξει:

  • το κοινό, που θα είναι διατεθειμένο να δεχθεί και να καταναλώσει το παρελθόν αυτό
  • το κεφάλαιο που θα χρειαστεί για να μεταβληθεί η κληρονομιά σε πολιτιστικό αγαθό προς κατανάλωση
  • η ιδέα για τη διαμόρφωση του πολιτιστικού παρελθόντος σε προϊόν
  • αυτός που θα πραγματοποιήσει τη μορφοποίηση αυτή

Σήμερα δεν μπορούμε να μιλούμε για πολιτιστική βιομηχανία, αλλά για πολιτιστικές βιομηχανίες. Οι πολιτιστικές βιομηχανίες είναι αυτές που ασχολούνται πρωτίστως με τα πολιτιστικά αγαθά και που τα μεταβάλλουν σε πολιτιστικά προϊόντα.

Οι σημαντικότερες πολιτιστικές βιομηχανίες είναι:

  • Τηλεόραση
  • Κινηματογράφος,
  • Μουσική
  • Σχέδιο
  • Αρχιτεκτονική
  • Θέατρο
  • Μουσικό θέατρο
  • Συναυλίες
  • Λογοτεχνία
  • Μουσεία
  • Αίθουσες τέχνης
  • Φωτογραφία

Μέχρι το 1980 όλοι απευθύνονταν σε αυτούς που είχαν την καλλιέργεια ή την παιδεία ή την ικανότητα να αντιληφθούν τη διαδικασία αυτή, κυρίως μέσα από επισκέψεις σε μουσεία. Όμως τις δυο τελευταίες δεκαετίες η στοχοθεσία άλλαξε, καθώς πλέον απευθυνόμαστε σε πολύ ευρύτερα στρώματα πληθυσμού και διότι η οικονομία έχει επεκταθεί και σε θέματα πολιτισμού.

Η υψηλή κουλτούρα είχε και έχει σχεδόν πάντα εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Η χαμηλή κουλτούρα δημιουργεί πολιτιστικά προϊόντα για κατανάλωση εκμεταλλευόμενη την υψηλή κουλτούρα. Συγκεκριμένα μετατρέπει σε προϊόντα τα δημιουργήματα πολιτισμού του παρελθόντος. Λαμπρό παράδειγμα αποτελεί το μουσείο Gugenheim στο Bilbao και τα προϊόντα Mozart τώρα που το 2006 είναι έτος Μότσαρτ ανά τον κόσμο.

Ένα ζήτημα που προκύπτει είναι γιατί θα πρέπει σήμερα να προσανατολιστούμε στην εκμετάλλευση πολιτιστικού αποθέματος;

  • Διότι η αυγή του 21ου αι. σηματοδοτεί τη μετάβαση από το έθνος-κράτος σε ένα ευρύτερο μετασχηματισμό, όπου το εμείς-αυτοί ορίζεται εν πολλοίς από τη θρησκεία και από τα δείγματα πολιτισμού, καθώς και από τη δυνατότητα να επιβληθεί κάποιος στους υπόλοιπους, όχι με την πολιτική, στρατιωτική ή οικονομική ισχύ, αλλά με τον πολιτισμό (π.χ. η θέση της Ελλάδος στο παγκόσμιο πολιτισμικό στερέωμα είναι δυσανάλογα μεγάλη, το ίδιο και αυτή της Ιρλανδίας).
  • παγκόσμιο επίπεδο ο τουρισμός έχει αυξητικές τάσεις, τόσο σε ποσοτικό, όσο και σε ποιοτικό επίπεδο. Ειδικά μεταξύ των Ευρωπαίων υπάρχει μια τάση για τουρισμό με μεγαλύτερο πολιτιστικό περιεχόμενο.

Σύμφωνα με τους ειδικούς υπάρχουν πέντε τύποι τουρισμού:

  • Θάλασσα και ήλιος 37%
  • Περιπέτεια και δράση 18%
  • Σκι 6%
  • Τουρισμός πόλης 21%
  • Πολιτιστικός τουρισμός 19%

Μέχρι πρόσφατα η τουριστική βιομηχανία στην Ελλάδα ήταν προσανατολισμένη στο δίπτυχο ήλιος-θάλασσα και όχι στον πολιτιστικό τουρισμό. Μια μορφή τουρισμού με πολύ περιορισμένη χρονική διάρκεια, ουσιαστικά 2 μήνες το καλοκαίρι. Το μοντέλο αυτό της τουριστικής ανάπτυξης, αντίθετα από ότι νομίζουν οι περισσότεροι, δεν επιλέχθηκε τυχαία. Αντίθετα κάποια άτομα που έβλεπαν πολύ μπροστά από την εποχή τους, και βρέθηκαν σε καίριες θέσεις στη δεκαετία του 1950 επέλεξαν να δημιουργήσουν και να προσφέρουν ένα ελκυστικό πολιτιστικό-τουριστικό προϊόν που βασιζόταν στο δίπτυχο ήλιος-θάλασσα, αλλά και στην προβολή του κλασικού ελληνικού παρελθόντος και της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας, η οποία αντλούσε από το παρελθόν αυτό.

Σύμφωνα με το σχέδιο, ο επισκέπτης επρόκειτο να έλθει στην Ελλάδα για να απολαύσει αυτό που δεν είχε στην πατρίδα του, δηλ. τη θάλασσα, τον ήλιο, το κυκλαδίτικο λευκό (που επιβλήθηκε ως μοναδικό χρώμα στο Αιγαίο στα τέλη της δεκαετίας του 1930, εξοστρακίζοντας τα άλλα χρώματα, κυρίως την ώχρα και το κόκκινο), αλλά και τις ελληνικές αρχαιότητες της κλασικής εποχής σε επιλεγμένα μέρη.

Όμως ελάχιστοι κατανοούν ότι το ίδιο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης μπορούσε να βρει ο επισκέπτης και στις άλλες μεσογειακές χώρες. Εκείνο που διαφοροποίησε το ελληνικό τουριστικό προϊόν ήταν η ταυτότητά του. Μια ταυτότητα που βασίστηκε στη σύγχρονη πολιτιστική δημιουργία αξιοποιώντας στοιχεία του παρελθόντος. Το έντεχνο ελληνικό τραγούδι και το νέο κύμα, οι νέοι χοροί με κυριότερο το συρτάκι, η ελληνική κουζίνα με τα ιδιαίτερα πιάτα της, οι παραστάσεις του αρχαίου θεάτρου σε κάθε γωνιά της ελληνικής υπαίθρου ήταν αυτά τα πολιτιστικά στοιχεία που «έντυσαν» το τουριστικό προϊόν και το έκαναν πιο ελκυστικό. Κι ο ξένος ερχόταν όχι για να δει, αλλά για να ζήσει αυτό το προϊόν στην Ελλάδα. Κι ευτυχώς ακόμη και σήμερα ο ΕΟΤ προωθεί το ίδιο μοντέλο. Live your myth in Greece είναι το πολύ πετυχημένο σύνθημα κι όχι visit ή discover όπως προτείνουν πολλοί γείτονές μας. Την πορεία του ελληνικού τουρισμού την γνωρίζουμε όλοι μας και δεν χρειάζεται να πούμε περισσότερα.

Το μέλλον

Στην αυγή του 21ου αι. η Ελλάδα καλείται να κάνει την υπέρβασή της και στον τομέα των τουριστικών υπηρεσιών. Μπορεί να το κάνει; Φυσικά και μπορεί καθώς η πολιτιστική της κληρονομιά είναι πολύ ευρύτερη από αυτή που έχει προβληθεί εκτενώς μέχρι σήμερα. Ειδικότερα ό,τι αφορούσε το βυζαντινό και οθωμανικό παρελθόν είτε κοσμικό είτε θρησκευτικό έμεινε στην αφάνεια. Από μια άποψη η επιλογή αυτή αποδείχθηκε σημαντική για το μέλλον, αφού το πολιτιστικό απόθεμα του Βυζαντίου λειτουργεί πλέον ως σημαντική εφεδρεία, ιδιαίτερα αυτό της θρησκευτικής πίστης. Η Ελλάδα έχει το προνόμιο της αδιάλειπτης παρουσίας και λειτουργίας της Εκκλησίας και των ιδρυμάτων της. Τα διάφορα ορθόδοξα καθιδρύματα και προσκυνήματα συνεχίζουν να υφίστανται και δεν καταργήθηκαν όπως έγινε σε άλλες χώρες της Ευρώπης τον 19ο αι. (π.χ. Πορτογαλία, Γαλλία και όλες οι χώρες του πρώην σοβιετικού μπλοκ. Επομένως τα προσκυνήματα και οι μονές μπορούν να αποτελέσουν ιδανικούς χώρους επίσκεψης όχι με τη μορφή της θέασης των υπολειμμάτων του παρελθόντος, αλλά επίσκεψης σε μια ζωντανή και ανθηρή κοινότητα, ή ακόμη και της βίωσης ενός διαφορετικού τρόπου ζωής.

Κι αυτή η αδιάλειπτη συνέχεια της μοναστικής ζωής είναι που διαφοροποιεί την πρόταση του προσκυνηματικού τουρισμού για την Ελλάδα σε σχέση με ό,τι ισχύει σε άλλες χώρες. Βλέπετε στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες για διάφορους λόγους η στάση του κράτους απέναντι στο μοναχισμό έγινε εχθρική και σε πολλές περιπτώσεις οδήγησε στη διακοπή της λειτουργίας των μοναστηριών, όπως σε όλα τα πρώην κομμουνιστικά κράτη, αλλά και σε καθολικές χώρες όπως στη Γαλλία και την Πορτογαλία, ενώ σε άλλες για διάφορους λόγους ο μοναχισμός έπαψε να αποτελεί ελκυστική επιλογή για τους πιστούς. Έτσι σήμερα στις περισσότερες χώρες η επίσκεψη σε ένα μοναστήρι ισοδυναμεί με επίσκεψη σε ένα μνημείο του παρελθόντος και όχι σε μια ζωντανή κοινωνία. Λίγες είναι οι χώρες που έχουν ακμάζοντα μοναστήρια και αυτές δέχονται πολλούς επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Αντίθετα τα διάφορα προσκυνήματα της χριστιανοσύνης, όπου κι αν βρίσκονται προσελκύουν μεγάλα πλήθη πιστών είτε σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους, είτε καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Με τα παραπάνω φαίνεται ότι η Ελλάδα έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα, και αυτό θα πρέπει να εκμεταλλευτεί.

Η ανάγκη για στρατηγικό σχέδιο

Για την καλύτερη εκμετάλλευση απαιτείται η εκπόνηση ενός στρατηγικού σχεδίου, ταυτόχρονα από την Εκκλησία και την Πολιτεία, στη βάση της προσέλκυσης επισκεπτών-προσκυνητών, έτσι ώστε να μην αλλοιωθεί η καθημερινότητα των μοναχικών αδελφοτήτων και η φυσιογνωμία των μονών. Αντίθετα θα πρέπει να αποσκοπεί στην ανάδειξη της ιδιαιτερότητας, της πνευματικότητας και του μεγαλείου της Ορθοδοξίας, έτσι ώστε να μετατρέψει τους τυχαίους επισκέπτες σε ευλαβείς προσκυνητές. Το Κράτος από την πλευρά του δείχνει τα 2 τελευταία χρόνια να κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς προχωρεί στη θέσπιση νόμων που προωθούν τον εναλλακτικό τουρισμό. Η εκκλησία από την πλευρά της θα πρέπει να χαράξει μια σοφή πολιτική για το άνοιγμα των μονών προς το κοινό, ταυτόχρονα επ’ ωφελεία της ίδιας της Εκκλησίας και της κοινωνίας.
Λογικά η προσέγγιση των μονών θα πρέπει να γίνεται με 2 σκοπούς:

  • Την επίσκεψη των πιο σημαντικών μονών από ομάδες τουριστών-προσκυνητών κατά το πρότυπο των Μετεώρων
  • Την παροχή φιλοξενίας σε κάποιες μονές, ώστε ο επισκέπτης να νιώσει ότι πραγματοποιεί προσκύνημα και όχι απλά επίσκεψη.

Φυσικά δεν είναι δυνατόν όλες οι μονές να μεταβληθούν μονομιάς σε τόπους έντονου προσκυνηματικού ενδιαφέροντος. `Αλλες μονές πάσχουν από λειψανδρία, άλλες είναι αποκλεισμένες αρκετούς μήνες το χρόνο λόγω καιρικών συνθηκών, σε άλλες η προσέγγιση γίνεται με δυσκολία οδικώς, ενώ σε κάποιες η μοναχική αδελφότητα μπορεί να μην επιθυμεί αυτό το άνοιγμα προς τους προσκυνητές, το οποίο μπορεί να ερμηνεύσει ως εκκοσμίκευση. Από τις μονές που μνημονεύονται στα δίπτυχα της Εκκλησίας λίγες είναι αυτές που μπορούν να προσελκύσουν μαζί με άλλα προσκυνήματα το πλήθος των αλλοδαπών προσκυνητών. Κάπως περισσότερες είναι αυτές που μπορούν να δεχθούν μεγάλο πλήθος ημεδαπών προσκυνητών καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.

Όμως σίγουρα υπάρχουν αρκετές μονές στην ελληνική επικράτεια, οι οποίες μπορεί να έχουν ένδοξο εθνικό ή σημαντικό θρησκευτικό παρελθόν και οι οποίες χρειάζονται λίγα πράγματα ώστε να αναβαθμίσουν την εικόνα τους και να γίνουν δημοφιλείς προσκυνηματικοί προορισμοί. `Aλλωστε ένα μεγάλο μέρος των Νεοελλήνων περιοδεύουν την Ελλάδα κάθε Σαββατοκύριακο αποζητώντας την παράδοση, τις αξίες, την ευλάβεια, την ειλικρινή φιλοξενία, όλα αυτά που προσφέρουν απλόχερα τα μοναστήρια της ελληνικής υπαίθρου.

Target group

Αλλοδαποί και ημεδαποί προσκυνητές

Οι προσπάθειες για την προσέλκυση προσκυνητών θα πρέπει να επικεντρωθούν στους κατοίκους των πρώην κομμουνιστικών κρατών της Ευρώπης, που ανέρχονται σε 450.000.000 άτομα. Στις χώρες αυτές ένα μεγάλο μέρος των νέων (μέχρι 40 ετών) έχει υψηλό μορφωτικό επίπεδο, σταθερή απασχόληση και υψηλό εισόδημα, καθώς απολαμβάνουν τα επακόλουθα της οικονομικής ευμάρειας που άρχισε στα κράτη αυτά το 2000 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Αρκετοί έχουν στραφεί στη θρησκεία και ιδιαίτερα στο ορθόδοξο δόγμα, είτε διότι πιστεύουν πραγματικά στο θεό, είτε από αντίδραση στο κομμουνιστικό παρελθόν που το θεωρούν υπεύθυνο για όλα τα δεινά της πρόσφατης ιστορίας τους.

Για όλους αυτούς τους ανθρώπους η Ελλάδα είναι μια χώρα σχεδόν ιδανική και αποτελεί ονειρεμένο τουριστικό και περιηγητικό προορισμό. Μάλιστα για τους κατοίκους των από τα 10 νέα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σλοβακία, Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Λιθουανία, Λετονία, Εσθονία) η ένταξη στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια σήμανε και την άρση όλων των εμποδίων για την έλευσή τους στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα είναι φανερό σε όλους μας, καθώς φέτος αναμένεται αύξηση 10% στις αφίξεις επισκεπτών, κυρίως από τα πρώην ανατολικά κράτη. Όσοι είναι θρησκευόμενοι αποτελούν ιδανικό Target group για τον προσκυνηματικό τουρισμό στην Ελλάδα.

Επίσης τα τελευταία χρόνια βλέπουμε στα μεγάλα προσκυνήματα στην Ελλάδα, εκτός από τα πλήθη των πιστών και άλλους Έλληνες μέχρι πρότινος αδιάφορους ή αρνητικούς προς την Εκκλησία και το μοναχισμό. Οι περισσότεροι ελκύονται από διαφορετικό, το πρωτόγνωρο για αυτούς. Όπως δείχνει η περίπτωση του Αγίου Όρους, η προσωπική συμμετοχή στη λατρεία έξω από την καθημερινότητα του καθενός, οδηγεί πολλούς στις αγκάλες της Εκκλησίας και τους ωθεί να επισκεφθούν και άλλες μονές. Η αύξηση του κύρους της Εκκλησίας και η αναγνωρισιμότητα των μονών μπορεί να οδηγήσει πολλούς ημεδαπούς να μεταβληθούν σε αφοσιωμένους προσκυνητές.

Χώρα προσέλκυσης αλλοδαπών

Αναμφίβολα το κύριο μέσο έλξης των αλλοδαπών προσκυνητών είναι η έλευση των ξένων ηγετών στα μεγάλα χριστιανικά προσκυνήματα στην Ελλάδα. Εντελώς ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε τις επισκέψεις των προέδρου της Γεωργίας Έντβαρντ Σεβαρτνάτζε το 1997, του Ρώσου Υπ. Εξωτερικών Γεβγένι Πριμακώφ, των Υπουργών Εσωτερικών της Βουλγαρίας Μπόνεφ, και Ρουμανίας Δειέου το 1998, του προέδρου της Σερβίας Βόισλαβ Κοστούνιτσα το 2003 και του προέδρου της Ρωσίας Πούτιν το 2005. Οι επισκέπτες αυτοί έγιναν δεκτοί από τους εκπροσώπους της Ιεράς Κοινότητας με ιδιαίτερη θέρμη, αφού είναι εκπρόσωποι ομόδοξων λαών.

Οι τηλεοπτικές εικόνες των παντοδύναμων ηγετών να προσέρχονται ως ταπεινοί και ευλαβείς προσκυνητές στις μονές του Αγίου Όρους και αλλού, δημιουργεί δυνητικά κύματα πιθανών προσκυνητών στα ίδια προσκυνήματα. Αυτοί που σκοπεύουν να έλθουν στην Ελλάδα ειδικά για να επισκεφθούν τις Ιερές Μονές Χιλανδαρίου, Ζωγράφου, Αγίου Παντελεήμονος και τα μέρη που δίδαξε το χριστιανισμό ο απόστολος Παύλος είναι η μειοψηφία. Αντίθετα πολλοί περισσότεροι είναι αυτοί που θα συνδυάσουν τις επίσκεψη στις μονές και στα προσκυνήματα με οικογενειακές διακοπές στη χώρα μας.

Επομένως προσκλήσεις από την Αρχιεπισκοπή προς τους ηγέτες όλων των χριστιανικών κρατών να επισκεφθούν συγκεκριμένα προσκυνήματα στην Ελλάδα ή ένταξη των επισκέψεων στο πρόγραμμα επίσημης επίσκεψης θα λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά για την προσέλκυση και άλλων προσκυνητών.

Όμως τόσο οι ηγέτες όσο και οι απλοί προσκυνητές χρειάζονται πληροφόρηση, άλλοτε συνοπτική και συνολική και άλλοτε εκτενή για τα προσκυνήματα στην Ελλάδα. Έτσι προβάλλει επιτακτική η ανάγκη για πολυτελείς εκδόσεις παρουσίασης μεμονωμένων μονών και προσκυνημάτων, οι οποίες θα δοθούν ως δώρα μαζί με την πρόσκληση στους υψηλούς προσκεκλημένους, αλλά και απλούστεροι οδηγοί με τη μορφή βιβλίων, φυλλαδίων, και sites στο Internet, γραμμένοι στα αγγλικά και τα ρωσικά έτσι ώστε κάθε επισκέπτης να μάθει πού θα πάει και γιατί. Οι οδηγοί αυτοί θα πρέπει να γραφούν όχι από καλοπροαίρετους προσκυνητές, ή τα στελέχη της Εκκλησίας, αλλά και με τη συνεργασία ειδικών που ασχολούνται με τις πολιτιστικές βιομηχανίες (cultural industries) ή ειδικότερα με τον προσκυνηματικό τουρισμό.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ελκυστικότητα της κάθε μονής ή προσκυνήματος αυξάνεται γεωμετρικά όταν έχει ασκητεύσει ή επισκεφθεί κάποιος μοναχός-άγιος που προέρχεται από τις Εκκλησίες των χωρών αυτών (π.χ. ¶γιος Σάβας, Σιλουανός) ή αν μια μονή έχει συνδεθεί με την εκπαιδευτική ή την εθνική και την εκκλησιαστική ιστορία των χωρών αυτών (π.χ. Ιερά Μονή Ιβήρων).

Σε χαμηλότερο επίπεδο και βραχυπρόθεσμα αρκετούς επισκέπτες-προσκυνητές θα φέρει στις μονές η δημιουργία ημερήσιων ή διήμερων εκδρομών ως επιπλέον παροχών από τα τουριστικά πρακτορεία που ειδικεύονται στη μεταφορά τουριστών από τις ανατολικές χώρες στην Ελλάδα (Μουζενίδης, Vilar,Chatours, κλπ.)

Για τους ημεδαπούς επισκέπτες πόλοι έλξης στις μονές μπορεί να αποδειχθούν η αγιότητα ενός μοναχού (π.χ. περίπτωση Βησαρίωνος), η πραγματοποίηση κοινωνικού έργου ευρείας κλίμακας (π.χ. μονή Ευαγγελισμού Θεοτόκου στη Χαλκιδική), η συμβολή στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες (π.χ. μονή Ζάβορδας στην Κοζάνη, Αγίου Νικολάου Κορησού Καστοριάς, Εσφιγμένου στο `Αγιο Όρος, Διονυσίου στον Όλυμπο, Αγία Λαύρα στην Πελοπόννησο), η συνέχιση μιας λαμπρής πνευματικής, θρησκευτικής και εθνικής παράδοσης από τις χαμένες πατρίδες στον ελλαδικό χώρο (Παναγία Σουμελά, `Αγιος Γεώργιος Περιστερεώτα στην Ημαθία και `Αγιος Ιωάννης Βαζελώνος στην Κοζάνη), η καλλιτεχνική αξία των τοιχογραφιών και των φορητών εικόνων (μονή Φιλανθρωπινών στο νησάκι στη λίμνη των Ιωαννίνων, μονή Δαφνίου στην Αττική), ή όλα τα παραπάνω σε συνεργασία με ένα δημοφιλή τουριστικό προορισμό (μονή Χοζοβιώτισσας).

Μεμονωμένοι επισκέπτες

Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι ο πολιτιστικός τουρισμός βρίσκεται σε αλματώδη άνοδο. Ο προσκυνηματικός τουρισμός γνωρίζει ακόμη μεγαλύτερη άνθιση, εκρηκτική θα λέγαμε, τόσο στις άλλες χώρες, όσο και Ελλάδα. Τα στοιχεία δείχνουν ότι καθημερινά στις μονές και στις σκήτες του Αγίου Όρους φιλοξενούνται 800-850 προσκυνητές, καθόλη τη διάρκεια του έτους, ενώ μια επίσκεψη στα Μετέωρα το διάστημα Μαίου-Σεπτεμβρίου θα δείξει ότι καθημερινά επισκέπτονται τις μονές Στεφάνου, Βαρλαάμ και Μεγάλο Μετέωρο 15-30 λεωφορεία με αλλοδαπούς προσκυνητές από την ανατολική Ευρώπη, νέους στην ηλικία και ευσεβείς. Αρκετοί επίσης είναι και αυτοί που καταφθάνουν οικογενειακώς με δικό τους όχημα. Δεν έχω προσωπική εμπειρία, αλλά μπορώ να εκτιμήσω ότι παρόμοια κατάσταση επικρατεί και στην Πάτμο.

Συμπεράσματα
Από τα παραπάνω προκύπτουν αβίαστα τα εξής:

  • Ότι σήμερα όσο ποτέ εκατομμύρια χριστιανοί στρέφουν τα μάτια τους προς την Εκκλησία και επιθυμούν να αποκαταστήσουν μια πρώτη επαφή με αυτή.
  • Ότι η Εκκλησία έχει τη δυνατότητα να φέρει κοντά της αυτό το κοινό. Απλά θα πρέπει να επιλέξει το ή τα μέσα που θα χρησιμοποιήσει για το σκοπό αυτό.
  • Ότι σήμερα είναι ανάγκη το ελληνικό κράτος να προωθήσει ένα διαφορετικό μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης.
  • Ότι η κοινή δράση Κράτους-Εκκλησίας μπορεί να οδηγήσει στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
  • Ότι στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν και άτομα που γνωρίζουν το αντικείμενο και να υιοθετηθούν νέες τεχνικές προσέγγισης.
Ιστοσελίδα | + Άρθρα
28/03/2024
27/03/2024
26/03/2024
22/03/2024
21/03/2024
20/03/2024