Τελευταία νέα
ΑρχικήΣτήλεςΆρθραΕυθέωςΠάσχα, Κυρίου Πάσχα: έθιμα και παραδόσεις

ΕυθέωςΠάσχα, Κυρίου Πάσχα: έθιμα και παραδόσεις

Ευθέως
Πάσχα, Κυρίου Πάσχα: έθιμα και παραδόσεις

Η διάθεση κι η παράδοση για μια μεγάλη
ανοιξιάτικη γιορτή υπήρχε πάντα στην Ελλάδα,
αλλά με τη χριστιανική διδασκαλία η Ανάσταση του
Χριστού ήταν ό,τι καλύτερο και πιο συμβολικό
μπορούσε να συνοδεύσει τη χαρά των ανθρώπων, για
την ανακαίνιση της δημιουργίας. Η ψυχική και
πνευματική χαρά, από το θρησκευτικό γεγονός της
Ανάστασης, συναντήθηκε με τη φυσική αγαλλίαση
της εποχής και δημιούργησαν το ελληνικό Πάσχα. Η
Λαμπρή (όνομα που το δίδαξε επίσης η Εκκλησία)
είναι η μεγαλύτερη γιορτή για τον Έλληνα, που
χαίρεται πραγματικά και βαθύτατα, επειδή
αναστήθηκε ο Χριστός
. Χαίρεται που ο Χριστός
νίκησε τους εχθρούς του, τον Ιούδα, τον Καϊάφα,
τον Πιλάτο, τους Εβραίους, τον ¶δη και βγήκε
θριαμβευτής, “θανάτω θάνατον πατήσας”. Ο
Χριστός γυρίζει τώρα παντού στο ύπαιθρο, ώσπου να
έρθει η ημέρα της Ανάληψης, γι’ αυτό κι είναι χαρά
Θεού η έξοδος των ανθρώπων για την Ανάσταση, στα
ξάγναντα και στ’ αλώνια, για το φαγοπότι και τον
χορό. “Λαμπροφορούν” όλοι ή “λαμπραγκαινιάζουν”
(Κρήτη), συμφιλιώνονται και αλληλοφιλιούνται,
τρώνε και δίνουν σε όλους να φάνε, τσουγκρίζουν τ’
αβγά, σε ένδειξη επίσης συναδελφοσύνης, και
χορεύουν σεμνούς γιορταστικούς χορούς, με τον
παπά συνήθως επικεφαλής.

Στην Ελλάδα, υπάρχει κι ένας τρίτος,
ιστορικός αυτός, λόγος, που έχει κάμει την
Ανάσταση ημέρα άφθαστης χαράς και την
πανηγυρικότερη γιορτή του Ελληνισμού. Είναι το
γεγονός, ότι σε όλα τα χρόνια της δουλείας του
Έθνους, η Ανάσταση του Χριστού έδινε, κάθε χρόνο,
την ελπίδα για την απελευθέρωση και συμβόλιζε, με
τα κείμενα και το περιεχόμενό τους, την απολύτρωση
του ελληνισμού από τον οθωμανικό ζυγό
. Γι’
αυτό κι όταν ήρθε η ώρα της ελευθερίας, οι
επαναστατημένοι Έλληνες γιόρτασαν το Πάσχα, σαν
να ήταν αυτοί οι “απ’ αιώνος δέσμιοι”, που ο
Χριστός έβγαλε από τον ¶δη. Οι ντουφεκιές και τα
μπουρλότα που έριξαν τότε, με το πρώτο άκουσμα
του “Χριστός Ανέστη”, είναι σοβαρός λόγος να
τ’ ακούμε και μεις τώρα με κατανόηση.

Με τη λέξη “Ανάσταση” εννοούμε
γενικά την ημέρα του Πάσχα. Αλλά εννοούμε
ειδικότερα και την ώρα του “Χριστός Ανέστη”,
τα μεσάνυχτα της παραμονής. Έχουμε όμως τρεις
“αναστάσεις”: Την “πρώτη”, που είναι η
προαναγγελτική του Μ. Σαββάτου, την κυρίως
Ανάσταση, που γίνεται στις 12 τη νύχτα ή το χάραμα
της Κυριακής του Πάσχα (Επτάνησος), και τη
“δεύτερη Ανάσταση”, που γίνεται το απόγευμα
της Κυριακής.

Τη λέξη “Ανάσταση”, με την έννοια
της Γιορτής, την έχει πάρει ο λαός από την
Εκκλησία, όπου την ακούει συχνά. “Συγχωρήσωμεν
πάντα τη Αναστάσει…” “Αναστάσεως ημέρα…”
και “Χαράς ευαγγέλια της Αναστάσεως
Χριστού”
. Τη χρησιμοποιεί σε πλήθος
εκφράσεις και με πολλούς τρόπους. Εύχεται:
“Καλή Ανάσταση!”. “Βοήθειά μας η αγία
Ανάσταση!”. Και προσδιορίζει: “Θα κάμουμε
πρώτη Ανάσταση!”. “Θα ‘ρθει ο παπάς να μας
κάμει Ανάσταση”. “Έκαμες Ανάσταση;”.
Χρησιμοποιεί επίσης και το ρήμα ‘ανασταίνω” με
την έννοια της Γιορτής. ‘Τι ώρα θ’ αναστήσουμε στο
χωριό;” – “Αν δεν αναστήσουμε, δεν τρώμε”.
Λέμε επίσης: “Αβγό αναστημένο” (= αβγό
κόκκινο, που λειτουργήθηκε στην ακολουθία της
Αναστάσεως), ή “σπίρτα αναστημένα” και
“κερί αναστημένο”, που τα φυλάνε στο σπίτι.

Η νυχτερινή ώρα της Ανάστασης έχει στη
Ελλάδα τη μεγαλύτερη γραφικότητα, γιατί γίνεται
στο ύπαιθρο (μοιάζει με έξοδο στον τάφο του
Χριστού) κι όλος ο κόσμος συμμετέχει στο ιερό
γεγονός, κρατώντας ένα αναμμένο κερί
(“προσέλθωμεν λαμπαδηφόροι…”), φορώντας τα
καλύτερα και πιο καθαρά ρούχα
(“λαμπροφορεί”) και εκδηλώνοντας τη χαρά του,
με κοινωνικά αισθήματα αγάπης και
αλληλεγγύης
. Οι ποιητές κι οι λογοτέχνες
έχουν εμπνευσθεί από τη νύχτα της Ανάστασης κι
έχουν υμνήσει τα τρία παραδοσιακά στοιχεία της:
τη θρησκευτική πίστη, τη χαρά του υπαίθρου και
τον εθνικό συμβολισμό. Αλλά και η πρωινή
Ανάσταση, που γινόταν στα χρόνια της
Τουρκοκρατίας (ή στα πρόσφατα της
Γερμανοϊταλικής Κατοχής) και γίνεται ακόμη σε
μερικά χωριά και στην Επτάνησο, είχε επίσης το
θέλγητρο της εωθινής προσευχής, του “λίαν
πρωί” των Μυροφόρων, με “της αυγής το δροσάτο
ύστερο αστέρι”, όπως ύμνησε ο ποιητής μας
Σολωμός.

Οι θόρυβοι χαράς που γίνονται, όταν ο
παπάς εκφωνεί το “Χριστός Ανέστη” (κρότοι,
πυροβολισμοί, σπάσιμο αγγείων κ.λπ.) έχουν πολλές
εξηγήσεις. Υπάρχει πρώτα μέσα στον θόρυβο το
στοιχείο της αποδίωξης των δαιμονικών, που είναι
και ειδωλολατρικό και χριστιανικό. Υπήρχε πάντα
στους λαούς η δοξασία, ότι τα βλαβερά και δυσμενή
πνεύματα διώχνονται με θορύβους εκφοβιστικούς.
Οι αρχαίοι Έλληνες χτυπούσαν χάλκινα σκεύη και
λέβητες, για την αποδίωξη δαιμόνων και μιασμάτων.
Με την εμφάνιση της άνοιξης τα βλαπτικά πνεύματα
αφθονούν, όχι μόνο όσα απόμειναν από τον χειμώνα,
αλλά και όσα καιροφυλακτούν να βλάψουν τη
βλάστηση, την παραγωγή και την υγεία των
ανθρώπων, στη νέα εποχική περίοδο του
καλοκαιριού. Χαρακτηριστικό είναι ότι, όταν
γυρίζουν με το φως της Αναστάσεως στο σπίτι, οι
χωρικοί μας το περιφέρουν στα δωμάτια κι
εξορκίζουν τα έντομα λέγοντας: “Όξω ψύλλοι και
κοριοί – μέσα οι νοικυριοί”.

Αλλά, και σύμφωνα με τη χριστιανική
διδασκαλία και τα κείμενα της Εκκλησίας, ο
Χριστός όχι μόνο αντιμετώπισε τόσους εχθρούς στη
διάρκεια του μαρτυρίου του (Ιούδας, Αρχιερείς,
Πιλάτος, εβραϊκός όχλος, στρατιώτες, ληστής), αλλά
και δημιούργησε νέους με την κάθοδό του στον ¶δη.

“Κατήλθες εν τοις κατωτάτοις της
γης και συνέτριψας μοχλούς αιωνίους… Πυλωροί δε
¶δου ιδόντες σε έπτηξαν…”
. Και: “Ο ¶δης,
φησίν, επικράνθη συναντήσας σοι κάτω”…

¶μεση αντίληψη της εχθρότητας αυτής των
σκοτεινών δυνάμεων του ¶δη προς τον Χριστό
έπαιρνε ο λαός, όταν παρακολουθούσε την
αναπαράσταση της γνωστής σκηνής του “¶ρατε
πύλας”, που συνηθιζόταν ως πρόσφατα να γίνεται,
με την επιστροφή της πομπής της Ανάστασης στην
εκκλησιά: Ο υποδυόμενος ήταν τρομερός και η νίκη
του Χριστού θριαμβευτική. Όλοι έμπαιναν στην
εκκλησιά με φωνές και θόρυβο νικητών.

Θορυβώδη είναι και τα γεγονότα, που
αναφέρουν τα Ευαγγέλια ότι έγιναν, όταν ο Χριστός
πεθαίνοντας εκατέβη στον ¶δη:

“Το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη εις
δύο… και η γη εσείσθη και αι πέτραι εσχίσθησαν
και τα μνημεία ανεώχθησαν…” (Ματθ. 27, 51-52).

Όλοι λοιπόν οι εχθροί του Χρσιτού, που
είναι και εχθροί των χριστιανών, και όλα τα κακά
πνεύματα που φθονούν την Ανάσταση, χρειάζονται,
κατά τη λαϊκή αντίληψη, διώξιμο και κυνηγητό, γι’
αυτό και η εξήγηση που δίνεται συνήθως για τους
θορύβους (τα χτυπήματα, τους πυροβολισμούς,
τα χαλκούνια και τα σπασίματα των πήλινων σκευών)
,
είναι ότι γίνονται “στην πομπή των Εβραίων και
των εχθρών του Χριστού”. Ας σημειωθεί ότι το
έθιμο των θορύβων δεν είναι άγνωστο και στους
άλλους χριστιανικούς λαούς, μόνο που διαφέρουν
οι ημέρες τους. Οι ρωμαιοκαθολικοί το εκτελούν
την Μ. Πέμπτη ή την Μ. Παρασκευή, (όταν ο Χριστός
βρίσκεται στον ¶δη), και το λένε vacarne des tenebres. Είναι
η κατάλληλη ώρα να κυνηγηθούν οι δαίμονες, επειδή
με τον θάνατο του Χριστού, βρίσκουν την ευκαιρία
να δράσουν.

Σχετική με τους θορύβους είναι και η
κωδωνοκρουσία του Πάσχα, που είναι πυκνή και
χαρμόσυνη, αλλά παίρνει ιδιαίτερη σημασία,
επειδή στο διάστημα της Μ. Εβδομάδας οι καμπάνες
ηχούν πένθιμα, ή δεν ηχούν καθόλου (“χηρεύουν”
όπως λένε στην Επτάνησο) από τη Μ. Πέμπτη.

Αν λοιπόν στις παραπάνω εξηγήσεις, για
τους θορύβους της χαράς και την κωδωνοκρουσία
της Ανάστασης, προσθέσουμε και τον ελληνικό
εθνικό λόγο, της μακρόχρονης ελπίδας και χαράς
των σκλαβωμένων χριστιανών για την
“ανάσταση” του έθνους, θα καταλάβουμε, όπως
είπαμε, καλύτερα την παράδοση των ελληνικών
εκδηλώσεων του Πάσχα, και γιατί δύσκολα
εγκαταλείπονται. Η χαιρετιστήρια εξάλλου
φράση του “Χριστός Ανέστη” ( – “Αληθώς
ανέστη”), είναι από τις πιο παρορμητικές για
την έκφραση του κοινωνικού και εθνικού
φρονήματος στους Έλληνες, και δεν είναι τυχαίο το
γεγονός, ότι χρησιμοποιείται από αιώνες ως
χαιρετισμός.
Στο διάστημα της δουλείας, αλλά
και κάθε κατοχής ή πολιτικής τυραννίας, το
“ανέστη” εκείνο εσήμαινε και το “θ’
αναστηθεί”. Χαρακτηριστική είναι επίσης η
ονομασία που δόθηκε από τον λαό μας στο
“Χριστός Ανέστη” και στο άγγελμα της
Ανάστασης, που λέγονται “Καλός λόγος”.
“Εκάναμε Καλό λόγο (= Ανάσταση). Ή: “Είπε ο
παπάς τον Καλό λόγο” (= το Χριστός Ανέστη).

Παράλληλα με τους θορύβους, το
αναστάσιμο φως αποτελεί ένα δεύτερο μεγάλο
στοιχείο, που συνοδεύει και πλαισιώνει την
Ανάσταση. “Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός”
ψάλλει η Εκκλησία, και “Δεύτε λάβετε φως”,
παραγγέλλει ο παπάς στους πιστούς, όταν
ετοιμάζεται για την Ανάσταση. Το φως πρέπει να
είναι “καινούργιο”. Σβήνονται όλα πρωτύτερα
μέσα στην εκκλησιά και όλα ξανανάβουν από τη
λαμπάδα του παπά. (Γνωστή είναι και η τελετή της
αφής του Αγίου Φωτός στα Ιεροσόλυμα).

Στα σπίτια σβήνουν ακόμη και τη φωτιά
της εστίας, για να την ανάψουν με το νέο φως.
Έπειτα κοιτάζουν, όταν παίρνει ο ένας από τον
άλλον το φως, να είναι ο άλλος τυχερός για να του
φέρει ευτυχία. (Τα κορίτσια, να πάρουν από άνδρα
φως, για να παντρευτούν μέσα στον χρόνο). Φέρνουν
στο σπίτι τους το φως της Ανάστασης – με μεγάλη
προσοχή, για να μην σβήσει – σταυρώνουν πρώτα το
ανώφλι της πόρτας, προσχωρούν στο εικονοστάσι κι
ανάβουν το καντήλι, γυρίζουν στα δωμάτια “σαν
ν’ αγιάζουν με φως” κι έπειτα πάνε στους
στάβλους και στα ζώα, κι ευλογούν και κείνα με του
Χριστού το φως. Προσέχουν το φως του καντηλιού, να
μείνει ανάλλαχτο ως την ημέρα της Αναλήψεως
(σαράντα μέρες, που γυροφέρνουν όλες οι ψυχές),
και φυλάνε τα “λαμπροκέρια” να τα έχουν για
το βάσκαμα, για το χαλάζι και για την τρικυμία (οι
ναυτικοί).

Η “δεύτερη Ανάσταση” γίνεται
το απόγευμα της Κυριακής. Λέγεται και Αγάπη,
γιατί δίνει την ευκαιρία συμφιλιώσεων και
αδελφικών ασπασμών. Η Εκκλησία επίσης όρισε να
μεταφράζεται το Ευαγγέλιο του εσπερινού της
Αγάπης (Ιω. 20, 19-25) και να διαβάζεται σε πολλές
γλώσσες. Είναι κάτι που συγκινεί και δίνει την
εντύπωση πασχαλινής ενότητας των εθνών. Συνήθως
μετά την απόλυση (ιδιαίτερα στα χωριά) όλοι οι
ενορίτες ανταλλάσσουν το φίλημα της Αγάπης,
αρχίζοντας από τον παπά. ¶λλοτε κάθονταν σε κοινό
τραπέζι, που έμοιαζε πραγματικά με την
αποστολική “αγάπη”. Την ημέρα αυτή έκαναν
κατά προτίμηση και τις “αδελφοποιίες”. Έτσι
οι “αδελφοποιτοί” ένιωθαν ιερότερο τον
δεσμό τους.

Συνοδευτικά έθιμα του εσπερινού της
Αγάπης είναι η λιτανεία των εικόνων και ο χορός. Η
λιτανεία γίνεται συνήθως μέσα στο χωριό, με
προπορευόμενη την εικόνα της Ανάστασης. Η εικόνα
της Ανάστασης είναι συνήθως λαβαροειδής και
στηρίζεται σε κοντό. Είναι πλαισιωμένη από
ξυλόγλυπτα ανθέμια και στολίζεται με φυσικά
λουλούδια και κορδέλες, συνήθως λευκά και
κόκκινα.

Ο χορός του Πάσχα τα παλιά χρόνια άρχιζε
πάντα με σεμνά βήματα και τραγούδια, γι’ αυτό
μπορεί να τον σύρει ο παπάς. Γινόταν στο προαύλιο
της εκκλησιάς ή στα κοντινά αλώνια, και η
εκτέλεσή του εθεωρείτο ευλογία για τη χρονιά.

Κι ύστερα, η γιορτή του απογεύματος
κλείνει συνήθως προς το βράδυ με το “κάψιμο του
Ιούδα”, ενός αχυρένιου ομοιώματος του προδότη
μαθητή, που καίεται στη μέση μιας μεγάλης φωτιάς,
που την ανάβουν τώρα τα παιδιά.

Ιστοσελίδα | + Άρθρα
28/03/2024
27/03/2024
26/03/2024
22/03/2024
21/03/2024
20/03/2024