Τελευταία νέα
ΑρχικήΤουριστικοί ΦορείςΕλληνικοίΕπίσημος ομιλητής της επετειακής εκδήλωσης του ΣΤΕΚ ο Σταύρος Ανδρεάδης
Συμπλήρωση δέκα χρόνων ζωής

Επίσημος ομιλητής της επετειακής εκδήλωσης του ΣΤΕΚ ο Σταύρος Ανδρεάδης

Εορταστικό δείπνο με την ευκαιρία συμπλήρωσης δέκα χρόνων ενεργούς ζωής και σημαντικής προσφοράς στα ξενοδοχειακά και τουριστικά πράγματα της Κύπρου, παρέθεσε χτες στα μέλη του και στην κυπριακή τουριστική βιομηχανίαο […]

Εορταστικό δείπνο με την ευκαιρία συμπλήρωσης δέκα χρόνων ενεργούς ζωής και σημαντικής προσφοράς στα ξενοδοχειακά και τουριστικά πράγματα της Κύπρου, παρέθεσε χτες στα μέλη του και στην κυπριακή τουριστική βιομηχανία<...>ο Σύνδεσμος Τουριστικών Επιχειρήσεων Κύπρου – ΣΤΕΚ, με επίσημο ομιλητή τον Πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) κ. Σταύρο Ανδρεάδη.

Ο ΣΤΕΚ ιδρύθηκε με στόχο τη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης τουριστικής πολιτικής ώστε να τεθούν στέρεες βάσεις για την ανάκτηση της χαμένης ανταγωνιστικότητας του πιο ζωτικού τομέα της Κυπριακής Οικονομίας. Αυτή είναι η αποστολή που έταξε ο ΣΤΕΚ «για μια ανθηρή ξενοδοχία και ευημερούσα οικονομία χάρη στον τουρισμό ποιότητας» και αυτός είναι ο λόγος ύπαρξης του, όπως εξήγησε στον χαιρετισμό του ο πρόεδρος του Συνδέσμου, κ. `Ακης Βαβλίτης. Ο ΣΤΕΚ αυτά τα δέκα χρόνια συνέβαλε καθοριστικά ώστε να καλλιεργηθεί σε όλους τους αρμόδιους φορείς, στον τουριστικό ιδιωτικό τομέα και στην κοινή γνώμη, το αξίωμα ότι «ο ποιοτικός τουρισμός αποτελεί μονόδρομο».

Αυτό το διάστημα, όλοι στον ΣΤΕΚ εργάσθηκαν με συνέπεια, αποτελεσματικότητα και διορατικότητα για τη διεκπεραίωση των στόχων του Συνδέσμου για τον Κυπριακό Τουρισμό και ειδικά την Ξενοδοχειακή Βιομηχανία. Ουσιαστικές προσπάθειες καταβλήθηκαν όσον αφορά κυρίως στην επίλυση των διαρθρωτικών και άλλων πολυ-επίπεδων προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο Κυπριακός Τουρισμός και η Ξενοδοχειακή Βιομηχανία ειδικότερα.

Με την ενεργό συμμετοχή του στα τουριστικά δρώμενα του τόπου, ο ΣΤΕΚ υποβάλλει πρακτικές εισηγήσεις για διαμόρφωση αποδοτικής τουριστικής πολιτικής. Παράλληλα, ο Σύνδεσμος με εμπεριστατωμένες θεωρήσεις και εισηγήσεις προς τους αρμόδιους Φορείς εισηγείται καινοτόμους και θεμελιώδεις θεσμικούς εκσυγχρονισμούς στον κυπριακό τουρισμό.

Με τη στήριξη και εποικοδομητικές εισηγήσεις του ΣΤΕΚ προωθείται επίσης τώρα αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου και της αναχρονιστικής νομοθεσίας που διέπει τα ξενοδοχεία. Ο ΣΤΕΚ πρόβαλε επίσης επιτακτικά την ανάγκη υιοθέτησης μιας νέας πολιτικής ενθάρρυνσης της απόσυρσης μέχρι 20.000 γηρασμένων και αντιοικονομικών κλινών από την αγορά με την παροχή κινήτρων. Αυτή η εισήγηση έστω και με μεγάλη καθυστέρηση και αρκετές παλινδρομήσεις έχει τελικά εγκριθεί.

Αξιοσημείωτη είναι η ανάληψη πρωτοβουλίας αμέσως μετά την ίδρυση του το 1997 για συνομολόγηση μιας νέας συλλογικής σύμβασης εργασίας η οποία, χωρίς να παραβλάπτει τα καλώς νοούμενα συμφέροντα των εργαζομένων, διασφάλιζε όχι μόνο λελογισμένη βελτίωση των όρων εργασίας αλλά, για πρώτη φορά, δημιουργία προϋποθέσεων για αύξηση της τόσον αναγκαίας παραγωγικότητας της εργασίας μέσα σε ένα περιβάλλον σαφώς βελτιωμένο απ’ ότι στο παρελθόν με την υιοθέτηση σύγχρονων και ευέλικτων εργασιακών πρακτικών.

Παράλληλα, ο Σύνδεσμος με στόχο τη βελτίωση της εικόνας της τουριστικής Κύπρου και τον εμπλουτισμό του τουριστικού προϊόντος κατέθεσε πληθώρα εισηγήσεων κακίζοντας ταυτόχρονα εντονότατα την περιβαλλοντική καθώς και την παντός είδους υποβάθμιση των τουριστικών περιοχών. Ειδικά γι’ αυτό το πολύ σημαντικό θέμα ο Σύνδεσμος εγκαινιάζει με την έναρξη του νέου έτους μια εκστρατεία διαφώτισης με φωτογραφικό και άλλο υλικό που επιβεβαιώνει τα κακώς έχοντα σήμερα σε ότι αφορά στο φυσικό, δομημένο, και όχι μόνο, περιβάλλον, η οποία θα παρουσιαστεί σε πρώτη φάση στην επικείμενη Γενική Συνέλευση του ΣΤΕΚ.

Αξιολογώντας τις νέες τάσεις και τα νέα άκρως ανταγωνιστικά δεδομένα του τουρισμού, ο πρόεδρος του ΣΤΕΚ, κ. Βαβλίτης, παρουσίασε τους τέσσερις βασικούς πυλώνες τουριστικής πολιτικής, οι οποίοι σε πολύ αδρές γραμμές είναι:


  1. Η αναβάθμιση και διαφοροποίηση του τουριστικού προϊόντος που θα επέλθει μεταξύ άλλων με ουσιαστική αρωγή για την αναβάθμιση των καταλυμάτων, με απόσυρση των αντι-οικονομικών μονάδων, μέσω έρευνας και καινοτομίας στην ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, με τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου, με την προστασία του περιβάλλοντος και τη στοχευμένη ανάπτυξη καθώς και με την ενίσχυση των μέσων δημόσιας συγκοινωνίας για τους τουρίστες.
  2. Δυναμικό, στοχευμένο και αποτελεσματικό μάρκετινγκ που θα βασίζεται στη δημιουργία συγκριτικού πλεονεκτήματος και αναγνωρισιμότητας για τη χώρα μας, ξεκάθαρου, δηλαδή, τουριστικού branding. Σημαντικά θα βοηθήσει στο στόχο αυτό η δημιουργία μικτής εταιρίας Μάρκετινγκ, το στοχευμένο μάρκετινγκ για εξειδικευμένες μορφές τουρισμού αλλά και η ενθάρρυνση ενίσχυσης της συνεργασίας με τους Οργανωτές Ταξιδίων. Στη γενικότερη προσπάθεια γι’ ανάδειξη της ιστορικής και πολιτιστικής ταυτότητας της τουριστικής Κύπρου θα συμβάλει ουσιαστικά, άμεσα και χωρίς κόστος η παλαιά πρόταση του Συνδέσμου για μετονομασία των νέων αεροδρομίων σε «Larnaca Zenon» και «Paphos Aphrodite», εισήγηση την οποία ήδη έχουν επικροτήσει γραπτώς αρκετοί Υπουργοί, Αρχηγοί Κομμάτων και Οργανωμένα Σύνολα.
  3. Επίτευξη επικερδότητας και ανταγωνιστικότητας των τουριστικών επιχειρήσεων, μέσω της επιμήκυνσης της τουριστικής περιόδου, της πάταξης της παραξενοδοχίας, της υιοθέτησης επιτυχημένων μορφών λειτουργίας καταλυμάτων όπως είναι τα condo hotels και της μείωσης του πολύ ψηλού λειτουργικού κόστους των μονάδων. Παράλληλα, επιβάλλεται να δοθεί στον τουρισμό εξέχουσα θέση στα πλαίσια του γενικότερου σχεδιασμού της οικονομικής πολιτικής του Κράτους, περιλαμβανομένης και της ορθής κατανομής των πόρων από τα Ευρωπαϊκά Ταμεία.
  4. Ριζικές θεσμικές τομές με τη δημιουργία Εθνικού Συμβουλίου Τουρισμού και/ή υιοθέτηση του θεσμού του Επιτρόπου Τουρισμού, τον εκσυγχρονισμό του ΚΟΤ, τη νομιμοποίηση παρατυπιών των ξενοδοχειακών καταλυμάτων, τη δημιουργία Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου, τον εκσυγχρονισμό των εργασιακών θέσμιων, την πάταξη της γραφειοκρατίας καθώς και την επιμόρφωση του ανθρώπινου δυναμικού.

Ο ΣΤΕΚ, επεσήμανε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος του, θα συνεχίσει να αγωνίζεται για την επίτευξη τουριστικής αειφορίας, ποιοτικής αναβάθμισης και βιώσιμης λειτουργίας των επιχειρήσεων. “Με ιδέες πρακτικές και καινοτόμες. Έχουμε όλ’ αυτά τα χρόνια εισαγάγει μια νέα προσέγγιση, με πολιτική χαμηλών τόνων, χωρίς φωνασκίες αλλά με επιχειρήματα. Θα συνεχίσουμε να παίρνουμε θέση, πάντοτε κατόπιν σοβαρής μελέτης επί όλων των πτυχών των διαφόρων θεμάτων, και να ασκούμε εποικοδομητική κριτική δημόσια και άλλως πως με στόχο την ευαισθητοποίηση των αρμοδίων και την ενημέρωση του κοινού. Τώρα, με μεγαλύτερο σθένος και αποφασιστικότητα επιβάλλεται να συμπαραταχθούμε όλοι για την επίτευξη αειφορίας στο κυπριακό τουρισμό με σύνθημα το τρίπτυχο: Ποιότητα – Παραγωγικότητα – Δημιουργικότητα ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βαβλίτης.

Ορισμένες από τις πρωτοβουλίες του ΣΤΕΚ, στα πλαίσια εκδηλώσεων με την ευκαιρία της συμπλήρωσης των δέκα χρόνων ζωής του, είναι:

  • Η προσφορά ποσού της τάξης των 3.000 ευρώ για φιλανθρωπικό σκοπό από εισφορές των Μελών.
  • Ο Σύνδεσμος έχει επίσης προκηρύξει διαγωνισμό γραπτής έκθεσης σε τουριστικά θέματα με χρηματικό έπαθλο για φοιτητές Κυπριακών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Οι εκθέσεις θα αξιολογηθούν με την εκπνοή της προθεσμίας τέλος Δεκεμβρίου ’07.
  • Με στόχο τη βελτίωση του επιπέδου των προσφερομένων υπηρεσιών στις τουριστικές επιχειρήσεις, αλλά και την καλύτερη ένταξη του κοινοτικού και ξένου προσωπικού στην επιτόπια αγορά εργασίας, ο Σύνδεσμος διοργανώνει Προγράμματα Εκμάθησης Ελληνικών σε ξενόγλωσσους απασχολούμενους στην ξενοδοχειακή και τουριστική βιομηχανία. Tα Προγράμματα, τα οποία επιχορηγούνται από την ΑνΑΔ, αρχίζουν τέλος Ιανουαρίου 2008 και θα πραγματοποιηθούν στις επαρχίες Λεμεσού, Λάρνακας και Πάφου.
  • Επίσης, ο ΣΤΕΚ σε συνεργασία με την ΟΕΒ διοργανώνουν στις 17 Δεκεμβρίου Φόρουμ Τουρισμού με θέμα «το μέλλον της Τουριστικής Οικονομίας και ο Ρόλος της Πολιτείας» στο οποίο, για πρώτη φορά, θα παρουσιάσουν τις προγραμματικές θέσεις τουριστικής στρατηγικής και πολιτικής τους και θα δεχθούν ερωτήσεις από τους σύνεδρους οι υποψήφιοι Πρόεδροι της Δημοκρατίας κ.κ. Τάσσος Παπαδόπουλος, Δημήτρης Χριστόφιας και Ιωάννης Κασουλίδης.

Παρουσίαση της πορείας του ελληνικού τουρισμού από τον Σταύρο Ανδρεάδη

Στους παράγοντες προόδου του ελληνικού τουρισμού, τη συμβολή της Πολιτείας, αλλά και τις απαιτούμενες αναγκαίες μεταρρυθμίσεις αναφέρθηκε με τη σειρά του ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, κ. Σταύρος Ανδρεάδης, μιλώντας στην χτεσινή εορταστική εκδήλωση του ΣΤΕΚ.

Αναφερόμενος στην πορεία του τουρισμού στην Ελλάδα, ο κ. Ανδρεάδης παρουσίασε τις ακόλουθες σκέψεις και εμπειρίες του:

“Ο τουρισμός στην Ελλάδα ξεκίνησε ουσιαστικά την δεκαετία του ’60 και στα πρώτα του βήματα φάνηκε να είναι ένας ευτυχής συνδυασμός πολιτειακών αρχόντων με όραμα και φαντασία και επιχειρηματιών με διάθεση για ρίσκο και όρεξη για πολλή δουλειά. Ο ρυθμός ανάπτυξης του ελληνικού τουρισμού την περίοδο εκείνη έφθασε σε πρωτοφανή ύψη, καθώς υπήρξε 1000 φορές ταχύτερος από τους αντίστοιχους ρυθμούς ανάπτυξης του παγκόσμιου τουρισμού. Η Πολιτεία σχεδίαζε την τουριστική ανάπτυξη δρώντας ορθολογικά και επιλέγοντας κατάλληλες περιοχές όπου παράλληλα με τις βασικές υποδομές προχωρούσε και σε δημιουργία τουριστικής ανωδομής με εξαιρετικές ποιοτικές προδιαγραφές, δίνοντας έτσι παραδείγματα προς μίμηση για τους επιχειρηματίες του νεαρού τότε ακόμη τουριστικού κλάδου. Κλασσικό τέτοιο παράδειγμα ήταν η ανάπτυξη των ξενοδοχείων ΞΕΝΙΑ.

Όμως η καλή αυτή αρχή δεν είχε δυστυχώς συνέχεια. Πολύ γρήγορα το όραμα χάθηκε και η ίδια η Πολιτεία όχι μόνο επέτρεψε αλλά ενίσχυσε και χρηματοδότησε την κατασκευή «οποιουδήποτε τουριστικού έργου, οπουδήποτε το ζητούσε ο οποιοσδήποτε». Έτσι χτίσαμε αρχικά μέσα στις πόλεις ξενοδοχεία για τουρίστες που έρχονταν στη χώρα μας για να απολαύσουν την θάλασσα. Μετά αρχίσαμε να χτίζουμε θηριώδη κτίρια πάνω στις παραλίες χωρίς καμία σκέψη ούτε για το περιβάλλον ούτε για την αισθητική του χώρου. Δεν ενδιαφερθήκαμε για τις επιπτώσεις που θα είχαν όλα αυτά στις τοπικές κοινωνίες, δεν φροντίσαμε για τους σταθμούς εισόδου – αεροδρόμια και λιμάνια – που θα εξυπηρετούσαν όλους αυτούς τους επισκέπτες, δεν σκεφθήκαμε πώς θα διαχειριστούμε τα κάθε είδους απορρίμματα και λύματα τα οποία πετούσε ο καθένας όπου ήθελε. Η δράση μας – και από αυτή δεν εξαιρώ καθόλου τον ιδιωτικό τομέα – υπάκουε μόνο στην γρήγορη ανάπτυξη με στόχο την μέγιστη δυνατή εισροή συναλλάγματος για το οποίο πανηγυρίζαμε. Έτσι βάλαμε τα θεμέλια ενός οικοδομήματος χωρίς να γνωρίζουμε, χωρίς να μας ενδιαφέρει να γνωρίζουμε, ούτε πως θα εξελιχθεί το μέγεθός του ούτε ποια θα είναι η αντοχή του σε μελλοντικές ανταγωνιστικές συνθήκες. Το στρεβλό αυτό οικοδόμημα υπάρχει και σήμερα και τώρα αγωνιζόμαστε να διορθώσουμε τις αδυναμίες του, πολλές από τις οποίες δυστυχώς δεν είναι αναστρέψιμες.

Λίγο αργότερα, την δεκαετία του ’80, ένα πνεύμα άκρατου λαϊκισμού που επικράτησε σε πολλές μορφές της κοινωνικής και πολιτικής έκφρασης στη χώρα μας, παράλληλα με την ατολμία και πολλές φορές την σιωπηρή αποδοχή της Πολιτείας, επιδείνωσε ακόμη περισσότερο την κατάσταση του τουρισμού μας, υποθάλποντας μεταξύ άλλων και το φαινόμενο της παραοικονομίας, που υπάρχει δυστυχώς μέχρι σήμερα υπονομεύοντας την υγιή επιχειρηματική δράση.

Όλες οι προαναφερθείσες σκέψεις ήταν και είναι στο μυαλό των ανθρώπων που ξεκίνησαν τον ΣΕΤΕ στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Τότε η επιχειρηματική κοινότητα, βλέποντας αρκετά πιο μπροστά, διείδε τους κινδύνους και τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε ο ελληνικός τουρισμός. Η άναρχη και χωρίς σχέδιο ανάπτυξη, η έλλειψη έρευνας και επιστημονικής υποστήριξης της τουριστικής οικονομίας, η ανάπτυξη πολλών άλλων ανταγωνιστικών προορισμών σε παγκόσμιο επίπεδο, παράλληλα με την αδύναμη έως ανύπαρκτη έκφραση – συνδικαλιστική και μη – των τουριστικών επιχειρηματιών, οδήγησαν στη δημιουργία του ΣΕΤΕ. Οδήγησαν στη δημιουργία ενός Συνδέσμου που έκανε σημαία την ποιότητα, επικοινώνησε παντού τη σπουδαιότητα του «value for money», έθεσε σαν σκοπό τη συνεχή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουρισμού. Μαζί με αυτά, ο Σύνδεσμος ανέλαβε και την προσπάθεια να πείσει τον πολιτικό κόσμο αλλά και την κοινωνία για τη σημασία του τουρισμού για τη χώρα μας. Για τη συνεισφορά του στην οικονομία και για την καταλυτική επίδρασή του στην απασχόληση και την περιφερειακή ανάπτυξη.

Στα 15 αυτά χρόνια που υπάρχει ο ΣΕΤΕ, η επιχειρηματική κοινότητα του τουρισμού κατάφερε πολλά. Ο τουρισμός στην Ελλάδα αναγνωρίζεται πλέον, δια πρωθυπουργικών χειλέων, σαν ένας από τους βασικότερους πυλώνες ανάπτυξης της οικονομίας. Του αναγνωρίζεται η σημαντική συμβολή στο ΑΕΠ της χώρας, που σήμερα ξεπερνά το 18%. Του αναγνωρίζεται ο πρωταγωνιστικός ρόλος στην περιφερειακή ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Περισσότεροι από 800.000 Έλληνες ή, με άλλα λόγια, περισσότερο από το 16% των εργαζομένων στην Ελλάδα, απασχολούνται άμεσα η έμμεσα στον τουρισμό. Οι δύο τελευταίες εθνικές απογραφές το 1991 και το 2001, έδειξαν ότι εκτός Αθηνών και Θεσσαλονίκης, οι μοναδικές περιοχές της Ελλάδας που παρουσίασαν αύξηση του μόνιμου πληθυσμού τους ήταν οι τουριστικές. Γιατί; Γιατί εκεί δημιουργήθηκε απασχόληση και συνεπώς δεν υπήρχε λόγος για τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τον τόπο τους. Αυτό, μάλιστα, τη στιγμή που η γεωργία συρρικνώνεται νομοτελειακά και η βιομηχανία επιδίδεται στις γνωστές πρακτικές μετεγκατάστασης προς τις βόρειες γειτονικές μας χώρες, αυξάνοντας έτσι τα μεγέθη της αποεπένδυσης και της ανεργίας.

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 έως τις αρχές της δεκαετίας του 2000 η τουριστική ανάπτυξη στην Ελλάδα έδειξε σαφή σημάδια κόπωσης που έφθαναν τα όρια της παρακμής. Ο ανταγωνισμός παγκόσμια γινόταν εντονότατος και στην Ελλάδα υπήρχε αδράνεια και πλήρης έλλειψη ενδιαφέροντος από την Πολιτεία. Θα μπορούσα να πω πολλά για την εποχή εκείνη, που ίσως σήμερα φαίνονται γραφικά, τότε όμως ήταν μια σκληρή πραγματικότητα. Προτιμώ όμως να το αποφύγω και να έρθω στην τελευταία περίοδο ανάπτυξης του ελληνικού τουρισμού προσπαθώντας να εντοπίσω τις αναγκαιότητες και τις μεταρρυθμίσεις που θα εξασφαλίσουν μια βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη για τα επόμενα χρόνια μεγιστοποιώντας τα οφέλη για την οικονομία και την κοινωνία.

Το 1997 ανατέθηκε στην Ελλάδα η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Ήμασταν ήδη προς το τέλος μιας δεκαετίας όπου όπως προανέφερα τα σημάδια της μη ελεγχόμενης ωρίμανσης της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού είχαν αρχίσει να γίνονται αισθητά. Μείωση του ρυθμού ανάπτυξης, όπως αυτός εκφραζόταν μέσα από τη μείωση του ρυθμού αύξησης των αφίξεων και των διανυκτερεύσεων, αλλά κυρίως από τη μείωση του ρυθμού αύξησης των εσόδων και των αποδόσεων των τουριστικών επενδύσεων. Το τουριστικό προϊόν της Ελλάδας έδειχνε γερασμένο, οι τιμολογιακές πολιτικές δεν είχαν αναπτυξιακό χαρακτήρα και η εξάρτηση από τους tour operators ολοένα και μεγάλωνε. Ακόμα, στο επίπεδο της περιφερειακής ανάπτυξης, ο τουρισμός δεν φαινόταν να παίζει το ρόλο που θα μπορούσε, αφού είχαμε καταφέρει να επικεντρώσουμε την τουριστική δραστηριότητα, στα επίπεδα περίπου του 60%, σε 3 μόνο περιοχές, στην Αττική, στην Κρήτη και τα Δωδεκάνησα. Στο πλαίσιο αυτό, η ανάληψη των Αγώνων φάνηκε σαν μια μεγάλη ευκαιρία που θα μπορούσε να δώσει ώθηση όχι μόνο στον τουρισμό, αλλά στην Ελλάδα γενικότερα. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν η αιτία επιτάχυνσης σημαντικών έργων υποδομής που διαφορετικά θα ήθελαν διπλάσιο χρόνο υλοποίησης. Δυστυχώς όμως αυτά περιορίστηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής και όχι σε ολόκληρη την Ελλάδα, όπως θα ήταν επιθυμητό.

Το 2004 δεν ήταν μόνο η ολυμπιακή χρονιά για την Ελλάδα, αλλά και μια χρονιά σταθμός που σηματοδότησε καίριες αλλαγές στον ελληνικό τουρισμό. Ήταν η χρονιά που άλλαξε η στάση της Πολιτείας απέναντι στον τουρισμό. Ιδρύθηκε το Υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης και ο υποτιμημένος στα μάτια της κοινής γνώμης τουρισμός άρχισε να παίρνει σιγά – σιγά την θέση, που του αρμόζει στην ελληνική κοινωνία και οικονομία.

Έτσι το 2004 και το 2005 αναστράφηκε η αρνητική τάση που χαρακτήριζε τον τουρισμό μας την προηγούμενη τριετία. Το 2006 και το 2007 που βρίσκεται στο τέλος του ήταν επίσης θετικές χρονιές. Στο διάστημα αυτό, οι διεθνείς αφίξεις στην Ελλάδα αυξήθηκαν περισσότερο από 25% από τα 13 στα 16 περίπου εκατ., ενώ τα έσοδα κατά 12% περίπου, από τα 10,3 στα 11,5 δισ. Ευρώ.

Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, κατά τις ομιλίες του τα τέσσερα τελευταία χρόνια από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΤΕ, αναφέρθηκε επανειλημμένα στη σπουδαιότητα του ρόλου του τουρισμού στην γενικότερη προσπάθεια επίτευξης των μακροοικονομικών στόχων της χώρας.

Η Ελλάδα αγωνίζεται σήμερα για την επίτευξη των στόχων αυτών, που δεν απορρέουν μόνο από τις υποχρεώσεις της σαν χώρα μέλους της Ενωμένης Ευρώπης, αλλά που κυρίως στοχεύουν στο να εξασφαλίσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για μια σταθερή σε βάθος χρόνου οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Η Ελλάδα τα τελευταία 5 χρόνια παρουσιάζει υψηλούς βαθμούς ανάπτυξης που δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι επιτεύχθηκαν κυρίως με την διόγκωση του δημόσιου τομέα. Η Κυβέρνηση έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια μεταρρύθμισης και παρά τις όποιες καθυστερήσεις οφείλουμε να επισημάνουμε τρία θετικά σημεία: πρώτον, το ότι οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνονται, ενώ οι ιδιωτικές επενδύσεις αυξάνονται. Δεύτερον, το ότι ξεκίνησε και συνεχίζεται η σταδιακή μείωση της φορολογίας και τρίτον, ότι προχωρά το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων. Κοινό συμπέρασμα όλων των παραπάνω είναι ένα: περισσότερος χώρος για την ιδιωτική πρωτοβουλία.

Όλα αυτά τα μέτρα που βοηθούν την οικονομία στο σύνολό της, βοηθούν ιδιαίτερα και τον τουρισμό διαμορφώνοντας ένα ευνοϊκότερο επενδυτικό κλίμα”.

Πέρα από τα πιο πάνω γενικά μέτρα, κοινή είναι η αίσθηση, όπως επεσήμανε ο κ. Ανδρεάδης, ότι η επιτυχής διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων και κυρίως η εικόνα που μέσα από αυτούς έστειλε η Ελλάδα σε όλο τον κόσμο συνέβαλε αποφασιστικά στην άνοδο του ελληνικού τουρισμού τα τελευταία χρόνια. Σε δεύτερο επίπεδο, η άνοδος οφείλεται στη διαφημιστική και γενικότερα στην επικοινωνιακή μας δράση, η οποία ήταν θεαματικά καλύτερη, αν και το κονδύλιο που διατέθηκε ανήλθε σε λιγότερο από το 0,5% των εσόδων που φέρνει ο τουρισμός στην Ελλάδα. Σε τρίτο επίπεδο η γενικότερη αναγνώριση του ρόλου του τουρισμού στην χώρα διαμόρφωσε ένα κλίμα αυτοπεποίθησης και αισιοδοξίας στον ευρύτερο τουριστικό χώρο, που ώθησε πολλούς, μεγάλους και μικρούς, στην βελτίωση της προσφοράς τους. Δεν είναι τυχαίο ότι το 56% των επενδυτικών προτάσεων που έχουν υποβληθεί τα τελευταία χρόνια στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας προέρχονται από τον τουρισμό. Τέλος σε τέταρτο επίπεδο μια σειρά συγκυριακών παραγόντων όπως επιδημίες, τρομοκρατία και πολιτική αστάθεια σε ανταγωνιστικούς μας προορισμούς ευνόησαν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό τον ελληνικό τουρισμό.

“Με βάση όλα τα παραπάνω, και λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς τάσεις και τις πραγματικά κοσμογονικές αλλαγές στον τουρισμό παγκόσμια είναι προφανές” όπως χαρακτηριστικά είπε ο κ. Ανδρεάδης “ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια του εφησυχασμού. Αντίθετα, οφείλουμε να προβληματιζόμαστε δημιουργικά για να βελτιώνουμε συνεχώς και στο μέγιστο δυνατό βαθμό το επιχειρησιακό μας μοντέλο στον τουρισμό”.

Πρώτα απ’ όλα, τόνισε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, χρειάζεται συντονισμός. Συντονισμός που δεν μένει σε φραστικά πυροτεχνήματα αλλά γίνεται καθημερινή πράξη από ανθρώπους υπεύθυνους και γνώστες του αντικειμένου. Η προσφορά τουριστικών υπηρεσιών έχει γίνει πλέον μια πολύ σύνθετη διαδικασία. Η τουριστική μας πολιτική πρέπει να μπορεί να κατευθύνει και να ελέγχει την διαδικασία αυτή χωρίς ασάφειες και αοριστίες. Ο ρόλος του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης, που η δημιουργία του για την Ελλάδα ήταν καταλυτική, είναι ακριβώς αυτός. Το αυτονόητο όμως αυτό γεγονός, δυστυχώς, εξακολουθεί να μην έχει γίνει κατανοητό και αποδεκτό από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα στο βαθμό που είναι απαραίτητο. Έτσι συντονισμός δεν μπορεί να υπάρξει και η υλοποίηση της τουριστικής πολιτικής βρίσκει εμπόδια και καθυστερεί.

Κατά δεύτερο λόγο πρέπει να γίνει βαθύτερα κατανοητός ο ρόλος του τουρισμού στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της τροφοδότησης της ανάπτυξης της χώρας. Είναι λάθος να προσεγγίσουμε τον τουριστικό τομέα απλά ως μια προσφορά ενός συνόλου υπηρεσιών. Αυτό περιορίζει το πλαίσιο αναφοράς στην τουριστική οικονομία. Η τουριστική οικονομία εκτείνεται και περιλαμβάνει ή επηρεάζει την προσφορά προϊόντων και υπηρεσιών από ένα πολύ μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων – κυρίως μικρών και μεσαίων – που δραστηριοποιούνται σε ένα ευρύτατο φάσμα οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων. Είναι προφανές, ότι η ποιότητα και η ανταγωνιστικότητα της συνολικής τουριστικής εμπειρίας, που προσφέρουμε στον επισκέπτη μας, εξαρτάται από την ποιότητα και την ανταγωνιστικότητα της καθεμιάς από τις επιχειρήσεις αυτές καθώς και του κάθε ενός φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα που εμπλέκεται στην παραγωγή προσφέροντας και αυτός υπηρεσίες, είτε άμεσα, είτε έμμεσα. Το ζητούμενο λοιπόν, που αφορά όλους μας, είναι η ενσωμάτωση του τουριστικού τομέα στο εθνικό σύστημα παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, και η δημιουργία μόνιμων διασυνδέσεων με τους άλλους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας.

Μετά από όλα τα παραπάνω πρέπει να διαμορφώσουμε ένα σαφές πλαίσιο ανάπτυξης. Κύριοι άξονες του πλαισίου αυτού πρέπει να είναι δύο: το λιγότερο και αποτελεσματικότερο κράτος και η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας.

Ως προς το πρώτο, η Ελληνική Κυβέρνηση βαδίζει προς την σωστή κατεύθυνση, διάχυτη όμως είναι η αίσθηση ότι οι τολμηρές αποφάσεις και οι ρήξεις με το κατεστημένο αποδεικνύονται τελικά δυσχερέστερες από τις αρχικές εκτιμήσεις και καθυστερούν. Μαζί τους βέβαια καθυστερεί και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Δεν υποτιμούμε καθόλου τις δυσκολίες. Πρέπει όμως να γίνει σαφές ότι στο σημερινό σκληρό, ανελέητο θα έλεγα οικονομικό σκηνικό, δεν χωρούν ούτε ψευδαισθήσεις, ούτε ωραιοποιήσεις που ίσως δίνουν πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη επιδεινώνουν όμως την κατάσταση.

Η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας έχει σαν προϋπόθεση την εφαρμογή των κανόνων του ελεύθερου ανταγωνισμού μέσα σε ένα πλαίσιο που θα είναι εκ των προτέρων γνωστό και σταθερό. Το θέμα της Ολυμπιακής είναι επίκαιρο και χαρακτηριστικό και η θέση του ΣΕΤΕ είναι ελεύθερος ανταγωνισμός στις αερομεταφορές χωρίς διακρίσεις και κυρίως με αποφυγή μονοπωλιακών καταστάσεων. Θέλουμε ακόμα ελεύθερο ανταγωνισμό στην ακτοπλοΐα με πλήρη άρση του καμποτάζ και ενίσχυση του γιώτινγκ και της κρουαζιέρας, όπου η χώρα μας έχει τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα. Ζητούμε ελεύθερο ανταγωνισμό στη δημιουργία τουριστικών εγκαταστάσεων, είμαστε, όμως, αντίθετοι, στις επιδοτήσεις νέων μονάδων σε κορεσμένες περιοχές, χωρίς προηγούμενα να έχει ολοκληρωθεί ο χωροταξικός σχεδιασμός των τουριστικών δραστηριοτήτων στη χώρα, ο οποίος θεωρητικά βρίσκεται σε εξέλιξη χωρίς όμως διάλογο, γεγονός που δημιουργεί εύλογη ανησυχία.

Η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας στον τουρισμό έχει ως προφανή προϋπόθεση την παράλληλη δημιουργία των απαραίτητων γενικών υποδομών από πλευράς Πολιτείας, που οφείλει να γίνεται στην βάση ενός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος. Στο θέμα αυτό υπάρχει μια συνεχιζόμενη αδράνεια και η Πολιτεία φαίνεται να μην κατανοεί τις δικές της υποχρεώσεις.

Η τουριστική προσφορά μας πρέπει να εμπλουτισθεί, με προσοχή όμως και σύνεση με νέα προϊόντα. Τα προϊόντα αυτά δεν θα προέλθουν βέβαια από γενικόλογες φιλολογίες περί εναλλακτικών μορφών τουρισμού και την παράθεση των γνωστών επιθετικών προσδιορισμών, που λήγουν σε –ικός. Θα προέλθουν από συστηματική μελέτη της ανταγωνιστικότητας και της ελκυστικότητας που μπορεί να έχουν στις διεθνείς αγορές, σε συνδυασμό με αυτά που προσφέρει ο ανταγωνισμός. Τα νέα προϊόντα δημιουργούν χαρτοφυλάκιο, το οποίο οφείλουν να διαχειρίζονται επαγγελματίες product managers και όχι επιτροπές και συμβούλια. Τα νέα προϊόντα βασίζονται στην πρώτη ύλη βέβαια. Η πρώτη ύλη, η τουριστική πρώτη ύλη, υπάρχει με το παραπάνω στη χώρα μας, όπως υπάρχει και στην Κύπρο και είναι εξαιρετικής ποιότητας. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες απέδειξαν ότι υπάρχουν και ικανότητες. Μένει λοιπόν το όραμα και η διάθεση για συστηματική, στοχευμένη προσπάθεια.

Όλα τα παραπάνω οφείλουν να έχουν σαν στόχο την τελική εμπειρία, που αποκομίζει ο κάθε επισκέπτης της χώρας μας, την εμπειρία του προορισμού που τον φιλοξενεί, του destination. Έχει πολλές φορές επισημανθεί πόσο καίριος είναι ο ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης, σε ότι αφορά την ποιότητα του τουριστικού προϊόντος σε επίπεδο προορισμού. Το περιβάλλον μέσα στο οποίο καλούνται να ζήσουν, να κινηθούν και να ψυχαγωγηθούν οι επισκέπτες μας διαμορφώνεται και συντηρείται με ευθύνη της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στον τομέα αυτό, και παρά τις φωτεινές εξαιρέσεις, εξακολουθεί να καταγράφεται μια από τις πιο σοβαρές παθογένειες της τουριστικής μας προσφοράς. Αιτία για αυτό είναι πολλές φορές η άγνοια, συχνά όμως είναι και η αδιαφορία.

Τέλος, κατέληξε ο κ. Ανδρεάδης, όλες οι παραπάνω πολιτικές για την ζήτηση, την προσφορά, τις επενδύσεις, τα νέα προϊόντα στον τουρισμό έχουν μια κοινή συνισταμένη, που αποτελεί προϋπόθεση επιτυχούς εφαρμογής τους: το ανθρώπινο δυναμικό. Η στρατηγική της Λισσαβόνας έθεσε σαν κύριο στόχο μια πιο ανταγωνιστική και δυναμική ευρωπαϊκή οικονομία. Ταυτόχρονα έθεσε ως προϋπόθεση την κατά προτεραιότητα ανάπτυξη της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας. Η δια βίου κατάρτιση και η τουριστική εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες και κυρίως σε πανεπιστημιακό επίπεδο θα πρέπει να συν-λειτουργήσουν για τη δημιουργία και διαχείριση της γνώσης στον τουρισμό, που είναι απαραίτητη για την προσαρμοστικότητα και την επιβίωση επιχειρήσεων και εργαζομένων. Στις ώριμες τουριστικές οικονομίες, η καινοτομία και η γνώση τείνουν σιγά-σιγά να αντικαταστήσουν σε σπουδαιότητα τις παραδοσιακές εισροές κεφαλαίου και εργασίας. Η τουριστική μας οικονομία είναι ώριμη, αλλά η κοινωνία της γνώσης στον ελληνικό τουρισμό φαντάζει ακόμα ως μακρινό όνειρο, καθώς ακόμα δεν υπάρχει στη χώρα μας ούτε μια Πανεπιστημιακή Σχολή Τουρισμού.

Εκδότης - Διευθυντής Σύνταξης - Travel Media Applications | Ιστοσελίδα | + Άρθρα

Συνεκδότης του TravelDailyNews Media Network από το 1999 που περιλαμβάνει τρεις εκδόσεις για τη Διεθνή αγορά, τις αγορές της Ασίας και του Ειρηνικού και την αγορά της Ελλάδας και της Κύπρου.

Είναι υπεύθυνος για την στρατηγική ανάπτυξη του δικτύου, τις συνέργειες, και τη διεθνή αγορά.

Ετικέτες
28/03/2024
27/03/2024
26/03/2024
22/03/2024
21/03/2024
20/03/2024